Πέρασαν πάνω από έξι χρόνια από τότε που έφυγε από τη ζωή ο καρεκλοποιός Γεράσιμος Κωνσταντίνου Μηνιάτης. Στο νου μου έρχεται η ανάμνησή του να κάθεται σε ένα κομμάτι κορμό και να φτιάχνει καρέκλες. Ενώ άλλες φορές να γυρίζει με μία ψεκαστήρα στην πλάτη του και να ραντίζει, εικόνες που απουσιάζουν στα σημερινά χρόνια.

Σήμερα, υπάρχει μια μεγάλη ποικιλία από καθίσματα, τόσο που η έννοια της καρέκλας έχει χάσει τη σημασία της. Μιλάμε για σκαμπώ, πολυθρόνες, αιώρες, καναπέδες και άλλα, τα οποία εξυπηρετούν την «ξάπλα», μέχρι και τα μπαμπού.
Τα πιο παλιά χρονιά οι καρέκλες ήταν κατασκευασμένες από ψαθί και ξύλο. Τότε, μιλούσαμε για την ψάθινη καρέκλα του σπιτιού, του καφενείου, του υπαίθριου σινεμά. Οι καρέκλες ήταν κατασκευασμένες από ξύλο σκληρό, συνήθως από μουριά, από οξιά ή πλάτανο. Το σχήμα της καρέκλας ήταν τέτοιο, ώστε να στηρίζει το σώμα σε κανονική θέση και να μην το κουράζει, έτσι ώστε να αποφευχθούν προβλήματα υγείας και να υπάρχει άνεση.

Στο κάθισμα ο καρεκλάς χρησιμοποιούσε ψαθί, το οποίο ήταν υγιεινό και με το κοίλωμα που είχε δεν ενοχλούσε το κάτω μέρος της σπονδυλικής στήλης. Ο Γεράσιμος Μηνιάτης έκοβε το ψαθί από τους βάλτους και τις ρεματιές, το έδενε σε δεμάτια και το φόρτωνε στην πλάτη του. Αργότερα, στις τελευταίες δεκαετίες το αγόραζε, όπως και άλλα υλικά, από την Αθήνα και την Πάτρα.
Σε ένα μεγάλο σακούλι και άλλες φορές μία ξύλινη κασέλα, μέσα είχε μαζεμένα τα εργαλεία του. Πλάνες, ράσπες, σύρμα, σκερπάνι, φαλτσέτα, λίμες, καρφιά και άλλα εργαλεία, απαραίτητα για τη δουλειά του.

Με τη φαλτσέτα «άνοιγε», δηλαδή έσκιζε, το ψαθί στη μέση και το έβρεχε, το μούσκευε για τα καλά, ώστε να μαλακώσει. Όσο το ψαθί μαλάκωνε, έπαιρνε την καρέκλα, την επισκεύαζε και της στερέωνε τα πόδια. Η στερέωση απαιτούσε το χιαστί πλέξιμο του σύρματος κάτω, χαμηλά από την έδρα του καθίσματος, με τέτοιο τρόπο που να κρατά σφικτά προς το κέντρο τα πόδια της καρέκλας και να μην κινούνται. Έπειτα από τη στερέωση του ξύλινου σκελετού της καρέκλας, ερχόταν η ώρα του ντυσίματος με το ψαθί.
Έπαιρνε έπειτα το ψαθί ανά τρία κομμάτια και το έδενε κόμπο στην άκρη. Τοποθετούσε τον κόμπο σε άκρη μιας πλευράς του πλαισίου του καθίσματος, στριφογυρίζοντας συγχρόνως το ψαθί, δηλαδή το έστριβε ώστε να γίνεται σαν σκοινί. Κάλυπτε τον κόμπο και κατεύθυνε το ψαθί στην απέναντι πλευρά του πλαισίου της καρέκλας. Από το επάνω μέρος και την εξωτερική πλευρά κατέβαζε το ψαθί. Το έφερνε εσωτερικά και του έκανε στροφή δεξιά. Έπειτα, ακολουθούσε την ίδια κίνηση πάλι και πάντα το οδηγούσε στην απέναντι πλευρά. Έτσι σχηματιζόταν το πρώτο τετράγωνο. Κάνοντας την ίδια κίνηση όλο και το τετράγωνο μίκραινε, ώσπου έκλινε προς το κέντρο του καθιστικού πλαισίου.

Το ψαθί όλο και το στριφογύριζε και τροφοδοτούσε ο Γεράσιμος Μηνιάτης την ψάθινη τριχιά. Είχε πάντα το νου του να είναι καλά μουσκεμένο για να έχει ευλυγισία και να δουλεύεται καλά. Το τροφοδοτούσε ανελλιπώς για να «δένει» καλά κομμάτι κομμάτι. Με τον τρόπο αυτό, από τον πρώτο κόμπο το ψαθί ήταν ένα συνεχόμενο σκοινί. Πολλές φορές εκεί που έστριβε το ψαθί τύλιγε γύρω του μια λεπτή ψάθινη χρωματιστή ταινία για να κοσμήσει το κάθισμα. Θυμάμαι, ότι είχε και πολύχρωμες τέτοιες ταινίες, που ήταν νάιλον σωληνάκι και σωληνάκι πλακέ, καθώς και λεπτά μικρά βούρλα ή καλαμάκια, τα οποία χρησιμοποιούνταν για να διακοσμηθεί η καρέκλα.
Ψάχνοντας τις σημειώσεις του με τη βοήθεια της κόρης του Τερέζας, βρήκαμε αποδείξεις που δείχνουν ότι αγόραζε πρώτες ύλες καθεκλοποιΐας από το κατάστημα του Αριστοτέλη Ζ. Τρουλλινού «Εισαγωγαί – Διαρκής Παρακαταθήκη» στην Αθήνα, οδός Ερμού, και αργότερα από ανάλογο κατάστημα στην Πάτρα. Οι καρέκλες που έφτιαχνε είχαν την ποικιλία τόσο σε όμορφα και καλλιτεχνικά σιρίτια, όσο και στην ξυλουργική τους τέχνη.

Πέρασαν τα χρόνια και το περιπλανώμενο επάγγελμα του καρεκλά χάθηκε. Οι απαιτήσεις της ζωής μας αναγκάζουν να σκεφτόμαστε εμπορικά και σύντομα, παραγκωνίζοντας παλιούς τρόπους και συνήθειες. Χάθηκαν οι καρεκλάδες, συγχρόνως και οι αναγνωριστικές φωνές τους που ενημέρωναν και ειδοποιούσαν με τις φράσεις τους ο καρεκλάααααας, εδώ καλές καρέκλες που πεζοί μέσα στα στενά με το σακούλι στον ώμο γεμάτο ψαθί και τα εργαλεία στο χέρι, περίμεναν όλο και κάποιος να τους δώσει δουλειά.
Ο Γεράσιμος Μηνιάτης, ο γνωστός μας «Τερεζής», όταν ελαττώθηκε η δουλειά του φτιαξίματος της καρέκλας, ασχολείτο και με αλλά βιοπαλέματα της καθημερινότητας. Είτε με εργασίες του κάμπου, είτε με τη ψεκαστήρα για τον ραντισμό των αποχετεύσεων της πόλης.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, το σώμα του είχε κυρτώσει από την κούραση και το σκύψιμο, αναγκαίο κακό της δουλειάς του, όμως μιλούσε με δυνατή μνήμη και αγάπη γι’ αυτή. Ένα αυτοκίνητο του έκοψε τη ζωή και πήρε μαζί του τα απλά μυστικά της τέχνης του.
Το παλιό επάγγελμα του καρεκλοποιού έχει χαθεί οριστικά από το νησί μας. Άλλος ένας ήταν στην περιοχή των Πρόννων, ο Μάστρο Στέφανος, που τώρα τελευταία έφυγε και αυτός από τη ζωή. Διατηρείται πλέον μόνο σε κάποιες ομάδες τσιγγάνων, που τους εξυπηρετεί λόγω της συνεχούς μετακίνησής τους και επειδή είναι εύκολη η μεταφορά υλικού για τις καρέκλες.

Υ.Γ.: Ευχαριστώ θερμά την Τερέζα, κόρη του Γεράσιμου Κ. Μηνιάτη, για τη βοήθειά της προς ανεύρεση υλικού και στοιχείων από τα κατάλοιπα του πατέρα της.