Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.


Νερομάνα – Δρακοσπηλιά – Κυκλώπεια: Περιπλάνηση στο σήμερα, στο χθες, στο όνειρο…
Ο καιρός μας φοβέριζε από το πρωί και ξεφυλλίζαμε την μαργαρίτα, θα βρέξει δε θα βρέξει.
Πάντως στις εννέα και κάτι που ξεκινήσαμε, όσοι τελικά μαζευτήκαμε και ήμασταν αρκετοί, δεν έβρεχε. Αρχίσαμε την πεζοπορία: παλιοί ορειβάτες και νέοι, παιδιά και σκυλιά, γιατί κάποιοι είχαν φέρει μαζί τους τα συμπαθή όπως λέμε τετράποδα.
Περάσαμε τους ευκαλύπτους και μπήκαμε στον παλιό χωματόδρομο· αυτόν που χρησιμοποιούσαν παλιά οι Τρουγιανάδες για να κατεβαίνουν στη χώρα.
Αριστερά μας, απομεινάρια των πιο χαμηλών οχυρώσεων, του συγκροτήματος της αρχαίας Κράνης· άλλωστε κει πάνω πηγαίναμε, ποδαράτο βεβαίως.
Το τέμπο ήταν χαλαρό, γι’ αυτό φρόντιζε ο αρχηγός της πορείας, δηλαδή η αφεντιά μου.
Με κουβεντούλα κατά ομάδες διαβήκαμε το ίσιωμα του κάμπου και μετά τη στροφή, πήραμε ν’ ανηφορίζουμε, πάνω στον αρχαίο δρόμο· σε δυο σημεία βρήκαμε αρχαίες ροδιές από κάρα. Ανεβαίναμε παρέα με το Δήμαρχο τ’ Αργοστολίου που μας έκανε την τιμή να μας συντροφέψει και με τον οποίο ο σύλλογος ορειβατών Κεφαλληνίας είχε οργανώσει την πορεία: Νερομάνα – Δρακοσπηλιά – Κυκλώπεια.
Της οποίας Δρακοσπηλιάς, όταν πλησιάσαμε άρχισα να ψάχνω την είσοδο, όπου ήταν καλά κρυμμένη πίσω από έναν φουντωτό θάμνο – σχοίνο.
Μην φαντασθείτε τίποτα δράκους. Μυκηναϊκός λαξευτός τάφος – στο βράχο, σε σχήμα τετράγωνου δωματίου – ήταν, ατυχώς με μια ψόφια γίδα κοντά στην πόρτα του, οπότε λίγοι τόλμησαν και μπήκαν μέσα.
Συνεχίσαμε με μικρή ανηφόρα, κάποτε μπήκαμε σε ένα τούνελ που έφτιαχναν τα πουρνάρια, πάντα πάνω στον αρχαίο δρόμο.
Ανεβήκαμε στο χωράφι και από κει στην δεξαμενή, ξανά στάση, συγκέντρωση και μέτρημα, μην μας ξέμεινε κανείς στο δρόμο, αν και είχαμε σκούπα, να μαζεύει τους τελευταίους, το Μάκη τον Κουταβά, ο οποίος εξεπλήρωνε με μεγάλη ευσυνειδησία το καθήκον του. Θέλαμε να πάμε και στη σπηλιά, την Γρούσπα, αλλά η υπομονή του συννεφιασμένου ουρανού είχε εξαντληθεί. Έτσι ακυρώθηκε και τραβήξαμε για τα κυκλώπεια.
Μαζεμένοι κάτω από μιαν ελιά εκεί πια, στην είσοδο, στο δίπυλο, με τα σύννεφα να μας στέλνουν την μπόρα τους, ήπια ευτυχώς, ακούγαμε τον αρχαιολόγο να μας εξηγεί τα της αρχαίας Κράνης και ειδικά για το τείχος που δεν το έφτιαξαν φυσικά τίποτε κύκλωπες, αλλά ήταν έργο των Κρανίων. Άρχισε να χτίζεται γύρω στον 6ο αιώνα και το σταμάτησαν το τέλος του 3ου, το πιθανότερο όταν οι Ρωμαίοι είχαν νικήσει στις δύο γνωστές μάχες, που ουσιαστικά έκριναν τις τύχες του αρχαίου ελληνικού κόσμου, τον Αντίοχο τον 3ο το Μέγα και τον Φίλιππο τον 5ο.
Γιατί θα σκέφθηκαν και με το δίκιο τους, οι πρόγονοι μας, προς τι η τόση πρεμούρα να το τελειώσουμε, αφού οσονούπω καταφθάνουν οι Ρωμαίοι και η γιορτή παίρνει τέλος.
Και όντως, είχαν δίκιο, γιατί το 189 π.Χ. μετά την επική πολιορκία της Σάμης και την ύστερα από 4 μήνες άλωση της, η Κεφαλονιά θα γινόταν άλλη μια Ρωμαϊκή επαρχία.
Λίγα λόγια ακόμη για το τείχος, το σωσμένο τμήμα του, έχει μήκος 1.100 μέτρα, με 21 πύργους, η δομή του είναι αλλού ορθογώνια και αλλού πολυγωνική, το ύψος του ποικίλλει από 2 έως και 4 μέτρα· είναι φυσικά ό,τι άφησαν από αυτό, – και τούτο συνέβη γιατί δεν μπορούσαν λόγω του μεγάλου βάρους τους να σηκώσουν τις πετρες – οι γενιές των συμπατριωτών μας που ακολούθησαν, και το πιθανότερο η διαρπαγή του και πιο μέσα το ξεθεμελίωμα κυριολεκτικώς κτηρίων και ναών συνεχίστηκε μέχρι πρόσφατα, τέλος 19ου αρχές 20ου αιώνα.
Υπό βροχή πήραμε το δρόμο της επιστροφής μέσα από τα τείχη. Με οδηγό από δω και πέρα, γιατί μονοπάτια δεν υπάρχουν, τον καλό κτηνοτρόφο Μπουγιούρη (το παρατσούκλι του).
Καθώς κατεβαίναμε, κάτω χαμηλά και στα δεξιά μας, κάποια στιγμή μας έκλεισε το μάτι πονηρά τ’ Αργοστόλι. Η λιμνοθάλασσα λάδι, καθρέφτης. Η Γέφυρα να μας γνέφει και να μας στέλνει τα παράπονά της. Και σαν τρυφερή εκατοχρονίτισσα και βάλε γιαγιά να μας ζητάει, σιωπηλά τη φροντίδα μας. Κι εμείς οι εγγονοί της, την δίνουμε;
Τώρα είμαστε χαμηλά, στα χωράφια. Απέναντί μας οι δυο Ακροπόλεις, δηλαδή οι λόφοι σκέτοι, γυμνοί. Που αρχαία, που τοίχοι, που κολόνες, λίγα πράγματα μόνο στα δεξιά και αυτά από το τείχος· φυσικά από πέτρες ασήκωτες, γι αυτό βέβαια είναι ακόμη στη θέση τους.
Και τότε η φαντασία άρχισε να μου παίζει περίεργα παιχνίδια. Ήτανε λέει ο δρόμος – τον συναντήσαμε λίγο παρακάτω γεμάτον βάτους – καθαρός, πλακόστρωτος και απ’ αυτόν ανέβαιναν άμαξες δίτροχες, με αναβάτες ντυμένους με χλαμύδες. Πήγαιναν στην Ακρόπολη. Στην άκρη έκανε η κόρη με την ωραία εσθήτα για να περάσει ο βιαστικός νεανίας, κι ένας δούλος φορτωμένος μ’ ένα σάκο τι άραγε να κουβάλαγε; βαρύς θα ήταν, ανέβαινε με δυσκολία την ανηφόρα, ξυπόλητος και ημίγυμνος. Ο λαμπερός ήλιος έκανε να λάμπουν, να χρυσίζουν οι κίονες πάνω στις Ακροπόλεις.
Ύστερα, η φαντασία με έστειλε 60 χρόνια πίσω από το σήμερα. Είδα την παλιά Σισσιώτισσα, το καφενείο του Αριστοφάνη, του Στίβα το εργοστάσιο, τα μεγάλα αρχοντικά της παραλίας, και αρκετά μακριά στην μέση του λιμανιού, δυο λατίνια μ’ ανοιγμένα φτερά, συγγνώμη πανιά, με σοφράνο καιρό να προχωρούν για την έξοδο.
Το ποστάλι αρόδο περιμένει τους τελευταίους επιβάτες να τους φέρει η στερνή βάρκα· μα σα να διέκρινα, εκεί, στην παραλία, έναν παπά να κτυπάει ανυπόμονα το πόδι κάτω και κάτι να λέει στον συνεργάτη τού βαρκάρη, ο οποίος με φορτωμένη με τους τελευταίους επιβάτες βάρκα, απομακρυνόταν από τον μώλο. Ο αέρας π’ άρχισε μου έφερε τα λόγια τους:
Τέκνον μου, πες του δελέγκου να γυρίσει να με πάρει, για θα το χάσω.
Δεν γίνεται δέσποτα, άργησες, θα χάσουν το παπόρο μαζί μ’ εσένα κι οι άλλοι.
Ακούς τι σου λέω, κοντά είναι, δυο κουπιές μόνο, φώναξέ του, μην αργείς.
Βαρκάρης στεριάς: Έλα ωρέ που να πάρει ο διάολος, να τον πάρεις και μούφαγε τ’ άντερα.
Βαρκάρης: Στο διάολο, θα χάσουνε και τούτοι δω το παπόρο εξαιτίας του.
Παπάς: Ωρέ αφορισμένε, πέστου γρήγορα να γυρίσει, μην τον στείλω στην κόλαση.
Βαρκάρης στεριάς: Έλα ωρέ διάολε να πάρεις τούτονα δω το διάολο, γιατί μούβγαλε το διάολο.
Βαρκάρης: καλά που να σας πάρει ο διάολος θα γυρίσω και ας πάει στο διάολο.
Παπάς: Μπα που να σας πάρει θεοκατάρατοι που να βράζετε σε τέσσερα καζάνια στη μέση της κόλασης μέχρι τη Δευτέρα παρουσία, που θα με στείλετε στον διάολο, στο καράβι θέλω να πάω.
Φτάσαμε στην κορυφή του λόφου για την τελική κατηφόρα, από κάτω μας στη ρίζα του λόφου η νερομάνα, και η αρχή του Κούταβου.
Ξανά σταμάτησα. Τώρα πια άλλος οδηγούσε, άρα είχα χρόνο και το μάτι μου πλανήθηκε πάνω στα νερά του και στις ακτές της λιμνοθάλασσας, τις νότιες για άλλη μια φορά.
Τώρα πια η παράκτια πευκοφυτεμένη έκταση, συν τους φοίνικες έχει διαμορφωθεί σε περιαστικό πάρκο. Διακρίνω να λάμνουν νωχελικά πάνω στα νερά κάποιες πάπιες παρέα με χήνες, οι μαυρόκοτες δεν έχουν έρθει ακόμη και στο βάθος κοντά στη γέφυρα ασπρίζουν, πάνω στο γαλανό, μικρά ολόλευκα πανιά, πέντε έξι κύκνοι.
Και η φαντασία μου ξανά απογειώνεται και με τη βοήθειά της βλέπω τη λίμνη – θάλασσα νάναι γεμάτη με 100 μπορεί και διακόσιους κύκνους, κάτι σαν λιλιπούτεια ιστιοφόρα που σχίζουν τα ήρεμα νερά της, και της δίνουν τη δική τους ομορφιά και χάρη και σκέφτομαι κλάσματα δευτερολέπτου, μετά όταν όλα επανέρχονται στην τωρινή πραγματικότητα, πως αν κάτι τέτοιο τελικά γινόταν – η πράξη αυτή βέβαια είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο· – ίσως… οι μεταγενέστερες γενιές, λίμνη των κύκνων να την ονομάζουν και που ξέρεις μπορεί, να βρεθεί ένας άλλος Τσαικόφσκι, – έστω και αν οι εποχές είναι αντιπνευματικές – που να συνθέσει ένα άλλο έργο, μιαν άλλη λίμνη των κύκνων.
Την κεφαλονίτικη αυτή τη φορά.Κατέβηκα με τους τελευταίους το εναπομείναν τμήμα, στο ίσιωμα χαιρετηθήκαμε, οι πρώτοι είχαν ήδη φύγει με τα αυτοκίνητά τους και δώσαμε ραντεβού για του χρόνου ξανά τέτοια εποχή, για άλλη μια ανάβαση στα Κυκλώπεια, συνάμα μνημόσυνο στο αρχαίο κλέος αλλά τι είπα, του χρόνου; Λάθος, σας περιμένουμε και στις επόμενες κυριακάτικες – στο απίστευτου φυσικού κάλους κεφαλονίτικο τοπίο – πεζοπορικές εξορμήσεις μας.
Κείμενα – Παρουσίαση:
Νίκος Βαλλιανάτος
ΑΡΧΕΙΟ
Σάββατο βράδυ @ MY WAY CLUB [28.12.2019]
«ΤΟ ΣΠΑΡΤΟ» σας προσκαλεί σε εκδήλωση του Πολιτιστικού Συλλόγου, στα Σπαρτιά
Μια θύμηση για τον μακαριστό πρωτοπρεσβύτερο και λαμπρό επιστήμονα π. Γεώργιο Μεταλληνό
Νίκη επί του Προμηθέα ΄14 στην Πάτρα και πρόκριση στις 8 καλύτερες ομάδες της Α΄ Κατηγορίας για τους Εφήβους του Α. Σ. Κεφαλονιά
Λύκειο Ελληνίδων – Το στόλισμα της «Αγιοβασιλίτσας»
ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ
Σάββατα τέχνης στη σύγχρονη πινακοθήκη «VILLA ΡΟΔΟΠΗ»
Ξεκινάει το 1ο Stay Active Kefalonia!
Οι τραγουδιστές της αγάπης, Σπύρος & Μάκης Καραβιώτης στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Ημερίδα «Sustainable Tourism Summit» στο Αργοστόλι
ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

Γνωρίστε κι εσείς τον Αθλητικό Σύλλογο καράτε Κεφαλονιάς

Στο βιβλιοπωλείο «Κύβος» θα βρείτε ό,τι χρειάζεστε για την νέα σχολική χρονιά

Γνώρισε κι εσύ τον «Ναυτικό Όμιλο Αργοστολίου»
![Αφιέρωμα στην αναδρομική έκθεση ζωγραφικής του Κώστα Ευαγγελάτου [30.08.2023]](/wp-content/themes/yootheme/cache/85/S7402315-8568ff58.jpeg)