Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Κατώτατος μισθός: Τι αλλάζει και πώς θα γίνονται οι αυξήσεις μετά το 2027
Η αύξηση του κατώτατου μισθού θα καθορίζεται με νέο τρόπο, σύμφωνα με το πόρισμα της Επιστημονικής Επιτροπής για την ενσωμάτωση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς που παραδόθηκε στην υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Νίκη Κεραμέως.
Στο πόρισμα που εξέδωσε η Επιτροπή προτείνει τη χρήση μαθηματικού τύπου ως έναν πιο αντικειμενικό τρόπο υπολογισμού του κατώτατου μισθού, ακολουθώντας το παράδειγμα του γαλλικού συστήματος αλλά και άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Στο προτεινόμενο σύστημα ο καθορισμός και η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή που προκύπτει από το άθροισμα:
- α) του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή μεταξύ της 1ης Ιουλίου του προηγούμενου έτους και της 30ης Ιουνίου του τρέχοντος για το χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών και
- β) του ημίσεως του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο.
Η Επιτροπή προτείνει δηλαδή, η αυτόματη αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού να λαμβάνει υπόψιν και τον πληθωρισμό και την αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας.
Ο μηχανισμός αυτός θα διατηρεί ακέραια την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών με χαμηλό εισόδημα και θα επιτρέπει στους αμειβόμενους με κατώτατο μισθό να επωφελούνται από την αύξηση της παραγωγικότητας και των πραγματικών μισθών στην οικονομία. Η εφαρμογή του προτεινόμενου μαθηματικού τύπου μπορεί να εκκινήσει το 2027, μετά την ενσωμάτωση της σχετικής Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο και την προετοιμασία από την ΕΛΣΤΑΤ των απαραίτητων δεικτών υπολογισμού.
Επισημαίνεται ότι ο κατώτατος μισθός που θα διαμορφώνεται μέσω αυτού του συστήματος δεν επιτρέπεται να μειωθεί, διασφαλίζοντας έτσι το γενικό επίπεδο προστασίας των εργαζομένων.
Στα πλεονεκτήματά του συμπεριλαμβάνονται:
- η προβλεψιμότητα ως προς την μελλοντική πορεία του κατώτατου μισθού, η οποία βοηθάει στη μείωση της αβεβαιότητας εργαζομένων και εργοδοτών και, κατά συνέπεια, στηρίζει αφενός τον προγραμματισμό των εργαζομένων και αφετέρου την λειτουργία των επιχειρήσεων ενώ ενθαρρύνονται οι επενδύσεις,
- η εισαγωγή των κριτηρίων της Οδηγίας με τρόπο που προστατεύει την διαμόρφωση κατώτατου μισθού από την απόκλιση από τις δυνατότητες της πραγματικής οικονομίας, εξασφαλίζοντας έτσι την μακροχρόνια οικονομική διατηρησιμότητα,
- η προστασία της αγοραστικής δύναμης του χαμηλότερου 20% της εισοδηματικής κατανομής των νοικοκυριών,
- η δικαιότερη κατανομή των μισθών για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία,
- η συνολική ενίσχυση της αξιοπιστίας της οικονομικής πολιτικής της χώρας.
Παράλληλα, προτείνεται η δημιουργία Επιτροπής Διαβούλευσης, η οποία θα αποτελείται κυρίως από εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων, προκειμένου να διατυπώνει γνώμη για το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και την επικαιροποίησή του, αναβαθμίζοντας έτσι τον ρόλο των κοινωνικών εταίρων στη διαδικασία.
Επιπλέον, προτείνεται η κατάρτιση οδικού χάρτη («σχεδίου δράσης») για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές διαπραγματεύσεις, με την ενεργή συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
Στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα η υπουργός Εργασίας θα λάβει πρωτοβουλίες διαβούλευσης και εκτενούς διαλόγου με τους κοινωνικούς εταίρους στη βάση του πορίσματος.
Η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, δήλωσε: «Η ενσωμάτωση της Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς αποτελεί ένα πρόσθετο σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της περαιτέρω διασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών εργασίας για όλους τους πολίτες. Οι προτάσεις της Επιτροπής θα αποτελέσουν, το αμέσως επόμενο διάστημα, τη βάση του διαλόγου της Κυβέρνησης με τους κοινωνικούς εταίρους, προκειμένου στη συνέχεια, το τελικό κείμενο να εισαχθεί στη Βουλή προς συζήτηση και ψήφιση. Θα ήθελα να εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες προς την Πρόεδρο της Επιστημονικής Επιτροπής, Καθηγήτρια Πατρίνα Παπαρρηγοπούλου, και προς όλα τα μέλη της Επιτροπής για την πολύτιμη συμβολή τους στο σημαντικό αυτό εγχείρημα».
Πηγή: https://www.lifo.gr