Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie ώστε να μπορούμε να σας παρέχουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία χρήστη. Οι πληροφορίες cookie αποθηκεύονται στο πρόγραμμα περιήγησης σας και εκτελούν λειτουργίες όπως η ανάγνωση σας όταν επιστρέφετε στον ιστότοπο μας και η βοήθεια της ομάδας μας να κατανοήσει ποιες ενότητες του ιστοτόπου θεωρείτε πιο ενδιαφέρουσες και χρήσιμες.
Ο Άγιος Σπυρίδωνας
Ο Άγιος Σπυρίδωνας
Το καμπαναριό
Ο έμπορος ο μάστορας
Με δίχως το χωριό
Άγιε που μετέβαλες
Το φίδι σε χρυσάφι
Τον έμπορα πως άφησες
Μες τα δικά σου εδάφη
Μόνο διαχειριστή
Στα χρήματα σου όλα
Τον έμπορα δεν γνώριζες
Πως ήταν καρμανιόλα
Την κόρη εσύ που φώναξες
Μέσα από το μνήμα
Τον έμπορα δεν γνώριζες
Πως κυνηγά το χρήμα
Εσύ που αναχαίτισες
Ορμητικά ποτάμια
Στου έμπορα πως μπλέχτηκες
Τα φοβερά πλοκάμια
Σου έφερε για μάστορα
Ένα καρατζοβίτη
Την φάτσα του δεν έβλεπες
Ενός σωστού αλήτη
Ο έμπορος τοπικιστή
Ονόματι Μπακάκος
Κι ο μάστορας από ανθρωπιά
Ένα μεγάλο ράκος
Άστραφτε στους δύο τους
Φιλάργυρο το μάτι
Τον άγιο ευρήκανε
Ευάλωτο πελάτη
Άγιε παρεσύρτηκες
Στου έμπορα τα ρεύματα
Στο μαγαζί εψώνησες
Από τα «Μαστορέματα»
Κι έτσι συνεργάστηκαν
Ανέλαβαν και οι δυο
Να σου επισκευάσουνε
Το καμπαναριό
Ο καρατζόβας έχτιζε
Γρήγορα να τελειώσει
Μηχανικός κατέφθασε
Μήπως τονε μορφώσει
Αυτό που φτιάχνεις μάστορα
Φαίνεται μια παγίδα
Να μη φυσήσει άνεμος
Μεγάλη καταιγίδα
Κι έτσι συνέχιζε
Με βάσανα μεγάλα
Η εκκλησία μας ρώταγε
Λεφτά αν έχει κι άλλα
Σαν συνεργάτης άψογος
Ο έμπορος να τελειώσει
Ο άγιος είναι καλός
Δέχεται να τα δώσει
Παιδιά μαστόρους άγγελους
Στο περιθώριό σου
Είχες για να σου φτιάξουνε
Το καμπαναριό σου
Όχι που σου φέρανε
Ένα καρατζοβίτη
Που συνωμότησε μαζί
Μ’ έμπορα εντοπίτη
Να σου αδειάσουν το πουγκί
Και να σου βάλουν φέσι
Και να σε κοροϊδεύουνε
Σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει
Μουράγιο και καμπαναριό
Χιλιάδες επτακόσιες
Οι δυό τους συμφωνήσανε
Κι ας μιλούν οι γλώσσες
Και το μουράγιο επειδή
Μας έχει δύο όψεις
Τριακόσιες σου επέβαλαν
Ακόμη για να δώσεις
Άγιε συγχώρα τους
Συγχώρα τους και γι’ άλλα
Συγχώρα τους κι ας κάνουνε
Ακόμα πιο μεγάλα
Εξήγηση: το συγκεκριμένο είναι ένα πρόσφατα γραμμένο ποίημα από κάποιον ανώνυμο σε χωριό στο βόρειο τμήμα της Κεφαλονιάς. Το ποίημα περιγράφει με εύθυμο αλλά και καυστικό τρόπο την ιστορία επισκευής της εκκλησίας του χωριού, δηλαδή του Αγίου Σπυρίδωνος.
Ξεκινά θυμίζοντας την θαυματουργή δύναμη του Αγίου αναφέροντας μία σειρά από τα πιο γνωστά θαύματα του όπως αυτό που μετέτρεψε το φίδι σε χρυσάφι. Παρ’ όλα όμως τα θαύματα λέει μεταφορικά ο ποιητής ότι ο Άγιος δε μπορούσε να δει τον αρνητικό χαρακτήρα αυτού που ανέλαβε να διαχειριστεί τα χρήματα της εκκλησίας, ενός διάσημου πανούργου έμπορου. Ο έμπορος συμφώνησε με κάποιον μάστορα που δεν ήταν Κεφαλονίτης αλλά από τα μέρη της βορείου Ελλάδος-για αυτό και τον προσφωνεί καρατζοβίτη. Για εφτακόσιες χιλιάδες δραχμές επισκεύασε ο μάστορας ένα πολύ μικρό καμπαναριό και μετά αφού είδαν ότι κανείς δεν αντιδρά σκαρφίστηκαν να σοφατίσουν και το μικρό «μουράγιο» της εκκλησίας για το οποίο ζήτησαν επιπλέον τριακόσιες χιλιάδες δραχμές. Παρ’ όλη την καυστικότητα του ο ποιητής στο τέλος ζητά από τον Άγιο να συγχωρήσει και τους δύο δείχνοντας έτσι και μεγαλοψυχία.